Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι ή μαζί τα φάγαμε;


Επειδή δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτεί κανείς ότι όταν πάει κάτι στραβά φταίει πάντα ένας και μόνο αποκλειστικά, θα ήταν ορθότερο το παραπάνω ερώτημα να διατυπωθεί λίγο διαφορετικά, δηλαδή με δεδομένο ότι φταίνε τόσο ο λαός όσο και η εξουσία, ποιος από τους δύο φταίει περισσότερο και σε ποιον βαθμό.

Το ερώτημα αυτό απασχολεί πολλούς Έλληνες, κυρίως λόγω της κρίσης, και περισσότερο λόγω της γνωστής ρήσης του Πάγκαλου «μαζί τα φάγαμε», που άμεσα δημιουργεί συνενόχους, στο μερίδιο ευθύνης για την κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας τα τελευταία χρόνια, όλους τους Έλληνες. Άλλους λιγότερο, άλλους περισσότερο. Αλλά όλους. Το διευκρίνισε μάλιστα ο ίδιος ο Πάγκαλος, χρησιμοποιώντας το κλασικό παράδειγμα με τον πολίτη που αν και, έστω μία φορά στη ζωή του, δεν έχει ζητήσει απόδειξη από κάποιον επαγγελματία, τότε είναι και αυτός συνυπεύθυνος! Όλοι λοιπόν στο ίδιο τσουβάλι! Σημειώνεται ότι υπάρχει πάντα και η ύπουλη παραδοχή ότι αυτός ο πολίτης δεν έχει το ίδιο μερίδιο ευθύνης, όμως ο στόχος του τσουβαλιάσματος έχει επιτευχθεί.

Επειδή διαφωνώ κάθετα τόσο με την ρήση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, όσο και με την ισοπέδωση του βαθμού ευθύνης και συνενοχής, αλλά και επειδή θεωρώ τον ρόλο της εξουσίας καθοριστικό στην πορεία των κρατών και της ανθρωπότητας εν γένει, θα χρησιμοποιήσω το αγαπημένο μου παράδειγμα, για το οποίο δεν έχω λάβει ακόμα ικανοποιητικό αντίλογο.

Παράδειγμα

Καθώς διδάσκω αρκετά χρόνια στην ανώτατη εκπαίδευση, το παράδειγμά μου βασίζεται σε αυτήν, μαζί με στοιχεία και από άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Ας υποθέσουμε ότι έχουμε δύο διαφορετικά πανεπιστημιακά τμήματα με διαφορετικούς καθηγητές το καθένα. Κάνοντας μια αρχική παραδοχή ότι στατιστικά το δείγμα των φοιτητών δεν θα διαφέρει πολύ τόσο σε ευφυΐα όσο και σε κοινωνικά και ηθικά χαρακτηριστικά, ας εξετάσουμε τις πιθανές συμπεριφορές των φοιτητών των δύο αυτών πανεπιστημιακών τμημάτων, ανάλογα με την στάση του διδάσκοντα.

Κυρίαρχο χαρακτηριστικό του παραδείγματος είναι οι εξετάσεις στο τέλος του κάθε εξαμήνου και οι διαφορετικές συμπεριφορές που ενδεχομένως προκύπτουν.

Στο σημείο αυτό θέλω να κάνω μία παρένθεση σχετικά με την σχέση εξεταστή- εξεταζόμενου, που προέρχεται από την προσωπική μου εμπειρία ως μαθητή στο σχολείο.
Υπήρχε ένας καθηγητής μου αρχαίων ελληνικών στην Γ’ γυμνασίου ονόματι Ρουσσής, ο οποίος είχε διατυπώσει την άποψη ότι η σχέση καθηγητή – μαθητή θα έφτανε στο ανώτατο επίπεδο εμπιστοσύνης όταν θα μας έβαζε να γράψουμε διαγώνισμα και εκείνος θα έφευγε από την αίθουσα και θα μας άφηνε μόνους μας. Αν πράγματι υπήρχε εμπιστοσύνη, δεν θα χρειαζόμασταν επιτήρηση και απλά κανείς δεν θα αντέγραφε από τον συμμαθητή του ούτε από βιβλία ή τετράδια. Θα έγραφε ο καθένας αυτά που γνώριζε σαν σωστός και ευσυνείδητος μαθητής. Οι διαβασμένοι θα αρίστευαν και οι αδιάβαστοι θα αποτύγχαναν.
Στο άκουσμα αυτής της θέσης βίωσα ένα προσωπικό σοκ! Θεωρούσα, και ακόμα θεωρώ, εαυτόν τίμιο, ειλικρινή και με ηθικές αρχές άνθρωπο, όμως φοβόμουν ότι εκείνη την στιγμή, αν μου δινόταν η ευκαιρία, θα εκμεταλλευόμουν τις συνθήκες και θα αντέγραφα (αυτός ο φόβος επιβεβαιώθηκε αργότερα στο πολυτεχνείο όπου όντως αντέγραψα!) .

Κλείνοντας την παρένθεση του γυμνασίου, αλλά παραμένοντας στο βασικό παράδειγμα, θέλω να τονίσω ότι η φυσική ανθρώπινη τάση είναι προς την εύκολη, με λιγότερο κόπο, λύση, επομένως ο ρόλος της εκάστοτε «εξουσίας» είναι να αποτρέπει αυτήν τη συμπεριφορά.
Επανερχόμενος στο παράδειγμα των εξετάσεων ενός πανεπιστημίου υπάρχουν διάφορες πολιτικές που δύναται να εφαρμόσει ο κάθε διδάσκων. Υπάρχουν τα δύο άκρα:
Το ένα της υπερβολικής αυστηρότητας, σύμφωνα με το οποίο υπάρχει αυστηρότατη επιτήρηση των εξετάσεων, με πολλούς ευσυνείδητους επιτηρητές, αυστηρά καθορισμένους κανόνες χρήσης συσκευών (τηλεφώνων, υπολογιστών τσέπης κτλ), παραδειγματική και αυστηρή τιμωρία οποιασδήποτε προσπάθειας αντιγραφής ή συνομιλίας κτλ. Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα πανεπιστημίων του εξωτερικού όπου αν συλληφθεί φοιτητής να αντιγράφει στις εξετάσεις μπορεί να απομακρυνθεί από το ίδρυμα ή ακόμα και να του απαγορευτεί η εγγραφή σε άλλα πανεπιστήμια!
Από την άλλη υπάρχει το άκρο της υπερβολικής χαλαρότητας και επιείκειας. Έχω ζήσει (δυστυχώς) τέτοια παραδείγματα κατά την φοίτησή μου στο πολυτεχνείο, όπου σε ορισμένα μαθήματα δεν υπήρχε κανένας απολύτως έλεγχος κατά τη διάρκεια των εξετάσεων. Βιβλία, σημειώσεις, σκονάκια, κινητά τηλέφωνα, ακόμα και τα ίδια τα γραπτά να κυκλοφορούν μεταξύ των φοιτητών. Ο θόρυβος από τις συνομιλίες να είναι τόσο μεγάλος που να χρειάζεται να φωνάζεις για να ακουστείς και γενικότερα η εικόνα του αμφιθεάτρου θύμιζε διάλειμμα και όχι εξετάσεις. Μάλιστα επειδή η φήμη των συνθηκών αυτών εξετάσεων προηγείτο, το μεγαλύτερο πρόβλημα των φοιτητών ήταν το να βρεθεί συνάδελφός τους από τον οποίο θα μπορούσαν να αντιγράψουν, καθώς όλοι σχεδόν είχαν έρθει απροετοίμαστοι!!
Όσο ακραία και να φαίνονται τα δύο αυτά παραδείγματα, είναι αληθινά και λάμβαναν χώρα στο ίδιο ίδρυμα και στην ίδια σχολή. Τα έχω βιώσει τσι. ﷽﷽﷽﷽﷽ν άνθρωπο να λειτουργεθεκαι τα δύο ως φοιτητής μαζί με τους συμφοιτητές μου και παρόλο που εμείς ήμασταν οι ίδιοι άνθρωποι, οι συμπεριφορές μας καθορίζονταν από τον διδάσκονται και από τις επικρατούσες συνθήκες.
Στα μαθήματα με αυστηρή επιτήρηση αναγκαζόμασταν να διαβάσουμε, να κάνουμε τις σχετικές εργασίες και γενικότερα να ήμαστε κατάλληλα προετοιμασμένοι, ενώ αντίθετα στα «χαλαρά», περιμέναμε να αντιγράψουμε και να την «βγάλουμε καθαρή». Οι ίδιοι άνθρωποι ακριβώς.
Ναι, αναγνωρίζω ότι στην δεύτερη περίπτωση φταίμε και εμείς. Ο σωστός φοιτητής δεν πρέπει να αντιγράφει, να κλέβει κτλ, αλλά αντίθετα να μελετά και να είναι συνεπής, άσχετα με τις συνθήκες. Δυστυχώς, όπως ανέφερα και προηγουμένως, η ανθρώπινη φύση δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να λειτουργεί έτσι. Οι περισσότεροι λειτουργούμε με βάση την φιλοσοφία ότι όσο πιο χαλαρό μας αφήνουν το σκοινί, τόσο πιο πολύ θα απομακρυνθούμε και η σοφή παροιμία «δώσε θάρρος στο χωριάτη και θ’ ανέβει στο κρεβάτι» τα λέει όλα!
Αναγνωρίζω, βεβαίως, ότι υπάρχουν οι εξαιρέσεις στον κανόνα, τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές. Δηλαδή, υπάρχουν συνειδητοποιημένοι φοιτητές, με ισχυρή αίσθηση καθήκοντος και με αυξημένο ήθος, οι οποίοι, άσχετα με τις συνθήκες, δεν υπάρχει περίπτωση να αντιγράψουν ούτε να συνομιλήσουν με άλλους συναδέλφους τους. Παράλληλα υπάρχουν και οι αρνητικές εξαιρέσεις με φοιτητές οι οποίοι ακόμα και αν τους έχεις αστυνομικούς και απειλούνται με βαρύτατες ποινές, πάντα θα προσπαθούν να «κλέψουν» και να κερδίσουν κάτι παραπάνω. Και οι δύο ακραίες περιπτώσεις, όμως, δεν αποτελούν τον κανόνα και δεν ακυρώνουν την γενικότερη συμπεριφορά της μάζας.

Κλείνοντας το παράδειγμα των πανεπιστημιακών εξετάσεων, θα το μεταφέρω στο γενικότερο πλαίσιο του τμήματος και του ιδρύματος. Με άλλα λόγια ας κάνουμε μια φανταστική προσομοίωση του «αυστηρού» και του «χαλαρού» καθηγητή σε γενικότερο επίπεδο πανεπιστημιακού τμήματος, δηλαδή να φανταστούμε το «αυστηρό» τμήμα που στελεχώνεται από «αυστηρού» καθηγητές και το «χαλαρό» με «χαλαρούς» καθηγητές. Αν πάμε ένα βήμα παραπέρα, σε επίπεδο ιδρύματος, μπορούμε εύκολα να φανταστούμε πως θα λειτουργεί ένα «αυστηρό» πανεπιστήμιο και πως ένα «χαλαρό»! Μην ξεχνάμε ότι και στα δύο ιδρύματα το δείγμα φοιτητών είναι παρόμοιο αν όχι το ίδιο.

Ποια η ευθύνη των φοιτητών για την φήμη του ιδρύματός τους;

Υπάρχει, σίγουρα. Αλλά πως μπορεί κανείς να την καθορίσει; Είναι μεγάλη; Ποια η ευθύνη των καθηγητών; Σίγουρα μεγαλύτερη. Αλλά πόσο;

Σύμφωνα με το παραπάνω παράδειγμα η απάντηση που εγώ δίνω είναι ότι η ευθύνη των καθηγητών-διοίκησης είναι τεράστια και των φοιτητών ελάχιστη, αφού οι ίδιοι φοιτητές σε διαφορετικές συνθήκες λειτουργούν τελείως διαφορετικά! Την ευθύνη την έχει αυτός που έχει την εξουσία και την ισχύ. Το γεγονός ότι και ο φοιτητής έχει ένα μερίδιο ευθύνης (επιμένω πολύ μικρό) δεν αλλάζει ούτε ελαφραίνει τον ρόλο του ασκούντος την εξουσία.

Επομένως, αν αντιστοιχίσουμε το παράδειγμα αυτό με την κοινωνία, θεωρώντας ότι το πανεπιστήμιο είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας, γίνεται σαφές ότι στο ερώτημα που μας βασανίζει τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, δηλαδή στο «Τις πταίει;», η απάντηση είναι οι διοικούντες. Αυτοί που αποφασίζουν για τις τύχες των λαών είναι οι ηγέτες τους, η πολιτική εξουσία φέρει το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης και παρόλο που κανείς μπορεί να βρει πολλές διαφορές μεταξύ πανεπιστημίων και κοινωνίας, οι ρόλοι εξουσιαζόμενου και εξουσιαστή δεν αλλάζουν δραματικά.

Μόνο όταν συμφωνήσουμε συλλογικά στο ποιος φταίει θα μπορέσουμε να δούμε τις πιθανές λύσεις για να βγούμε από το αδιέξοδο. Όσο πιστεύουμε ότι φταίει ο λαός (σίγουρα μεγάλο μέρος του έχει βαρύτερες ευθύνες) τότε δεν υπάρχει περίπτωση να σωθεί η χώρα. Ο λαός δεν αλλάζει και ακόμα και αν δεχτούμε ότι μπορεί να αλλάξει αυτό θα χρειαστεί πάρα πολύ χρόνο. Ο λαός όμως μπορεί να προσαρμόζεται στις συνθήκες και να ακολουθεί το «ρεύμα». Την πορεία του ρεύματος μπορούν να την επηρεάσουν καθοριστικά οι εξουσίες της κοινωνίας όπως είναι η νομοθετική, η εκτελεστική, η δικαστική και φυσικά τα ΜΜΕ.
Όσο πιστεύουμε ότι είναι δυνατό να μας βγάλουν από την κρίση εκείνοι που μας οδήγησαν σε αυτήν, δεν έχουμε καμία ελπίδα. Αν δεν καθοριστούν τα μερίδια ευθύνης ορθά, δεν υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες εύρεσης αποτελεσματικών λύσεων. Στις ευθύνες του λαού θα τοποθετούσα χωρίς αμφισβήτηση την ευθύνη της επιλογής των ηγετών του και την αδιέξοδη ψήφιση κομμάτων και πολιτικών που αποδεδειγμένα είναι τουλάχιστον ανεπαρκή και αναποτελεσματικά, όμως με αυτόν τον τρόπο θα καταλήξουμε πάλι στους ηγέτες.

Επιστρέφοντας στην γνωστή ρήση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης «Μαζί τα φάγαμε» μπορώ να αποδεχτώ τις ευθύνες μερίδας του λαού που ζήτησε ρουσφέτια ή συμμετείχε σε παράνομες δραστηριότητες και υπεξαιρέσεις δημοσίου χρήματος, όμως αυτές οι περιπτώσεις δεν  έχουν μαζικό χαρακτήρα και σε τελική ανάλυση είναι ρόλος του κράτους να μην επιτρέπει τέτοια φαινόμενα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα, πάλι του αντιπροέδρου (τυχαίο;), όπου όταν τον ρώτησαν γιατί δεν κάνει κάτι το κράτος για να περιορίσει το φαινόμενο των μαύρων που πουλούν «μαϊμούδες», η απάντησή του ήταν ότι φταίει ο κόσμος που αγοράζει! Αν δεν αγόραζε ο κόσμος, τότε οι μαύροι θα αναγκάζονταν να σταματήσουν να πουλάνε! Ολική ακύρωση του ρόλου του κράτους! Νομίζω ότι είναι ενδεικτική η δήλωση αυτή σε σχέση με τον τρόπο σκέψης του συγκεκριμένου ανθρώπου, αλλά και το πνεύμα που διέπει την διάσημη πλέον δήλωση.

Στην μαφία ένας τσιλιαδόρος που θα πάρει κάποια ψίχουλα για τις «υπηρεσίες» που προσφέρει, έχει σίγουρα τις ευθύνες του στο έγκλημα. Όμως αν θέλουμε να πάψει η εγκληματικότητα πρέπει να αναζητήσουμε τους εγκεφάλους, αυτούς που καθορίζουν το παιχνίδι. Αν τιμωρηθεί ο τσιλιαδόρος δεν θα εξαφανιστεί η μαφία.  

Ο βασικότερος λόγος που τα γράφω όλα αυτά είναι το γεγονός ότι έχω κουραστεί να βλέπω να μιλούν για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων, κάθαρσης, διαφάνειας, αξιοκρατίας κτλ., όλοι εκείνοι που ποτέ δεν εφάρμοσαν τίποτα από αυτά, αλλά αντίθετα ήταν οι υπεύθυνοι για την σήψη και την παρακμή της χώρας και ταυτόχρονα να επιχειρείται μια προσπάθεια κατασκευής συνενόχων στο έγκλημα. Συνέχεια κυκλοφορεί αρθρογραφία για την ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας των Ελλήνων, για την συμπεριφορά τους, για το πως οι ίδιοι «ανάγκαζαν» τους πολιτικούς να τους ικανοποιούν ρουσφέτια, για τη συμμετοχή πολιτών σε σκάνδαλα και διαφθορά κτλ. Δεν διαφωνώ. Όμως με συνένοχο τον λαό, τους πολίτες, γενικώς και αορίστως η διοίκηση θεωρεί ότι έχει ελαφρυντικά, επομένως δικαιολογημένα περισσεύει το θράσος της για να τολμά να ζητά ξανά την εξουσία.

Η επιθυμητή αλλαγή νοοτροπίας των πολιτών μπορεί να έρθει μόνο μέσω της αλλαγής των ηγεσιών. Οι πολίτες μόνοι τους μπορούν να δημιουργήσουν κινήματα, τάσεις και να λαμβάνουν δημιουργικές πρωτοβουλίες, όμως οι εμπνευσμένοι ηγέτες είναι που οδηγούν τους λαούς στην πρόοδο.

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Νταλάρας



Ο Νταλάρας αποφάσισε να σταματήσει τις δωρεάν συναυλίες του στις συνοικίες της Αθήνας. Φαντάζομαι ότι όσοι οργάνωσαν τις επιθέσεις εναντίον του θα πρέπει να νιώθουν πολύ ικανοποιημένοι.

Είχαν όμως δίκιο; Αντανακλάται στο πρόσωπο του Νταλάρα το σύστημα, όπως ισχυρίζονται οι πολέμιοί του;

Ως ένα βαθμό μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι ο Νταλάρας υπηρετεί το σύστημα, αφού η γυναίκα του είναι βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, δηλαδή του κυβερνητικού σχήματος, οπότε δεν υπάρχει καλύτερος αντιπρόσωπος του συστήματος. Και γιατί τότε δεν γίνονται επιθέσεις εναντίον της γυναίκας του, αλλά γίνονται σε εκείνον; Εκείνος ασπάζεται τις πολιτικές θέσεις της γυναίκας του (αν υποθέσουμε, βέβαια, ότι η υιοθέτηση αυτών των θέσεων θα άξιζε τις έντονες αποδοκιμασίες);

Για όσους επιδίδονται στις βίαιες ενέργειες εναντίον του Νταλάρα, αυτά έχουν μικρή σημασία.

Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι αυτοί που κάνουν τις συγκεκριμένες επιθέσεις δεν έχουν καμία σχέση με τους διάφορους «αγανακτισμένους» που κατά καιρούς έχουν γιαουρτώσει ή αποδοκιμάσει με άλλους τρόπους κάποιους πολιτικούς. Εδώ έχουμε να κάνουμε με κλασική περίπτωση αναρχοαυτόνομων αριστεριστών που έχουν ως μόνο στόχο να δημιουργηθεί ντόρος γύρω από την «δράση» τους, πάντα σε εύκολους στόχους.

Το υποτιθέμενο επιχείρημα περί εκπροσώπησης του συστήματος από τον Νταλάρα, συμπληρώνεται από το εξίσου απαράδεκτο επιχείρημα ότι δεν μπορεί να τραγουδά τραγούδια για την φτώχεια κάποιος που είναι πλούσιος. Αυτό ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την άποψη ότι αριστεροί μπορούν να είναι μόνο όσοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα και όλοι οι υπόλοιποι δεν μπορούν να λάβουν το γνωστό πιστοποιητικό «αριστεροφροσύνης». Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι το πρώτο επιχείρημα το εξέφρασε και ο Λαζόπουλος, ο οποίος έχει δεχτεί πολυάριθμες επιθέσεις στην βάση της παραπάνω άποψης!!
Άσχετα με την γνώμη που μπορεί να έχει κανείς για τον Λαζόπουλο, προσωπικά τον έχω υπερασπιστεί πολλές φορές για το γεγονός ότι παρόλο που είναι πλούσιος, εμμένει στις αριστερές απόψεις του. Μακάρι όλοι οι πλούσιοι να είχαν αριστερές απόψεις (το αριστερές σηκώνει συζήτηση, αλλά δεν είναι της στιγμής, οπότε για την οικονομία του λόγου ας δεχτούμε ότι κατά βάση οι αριστερές απόψεις έχουν θετικό χαρακτήρα), τότε θα είχαμε καλύτερη κοινωνία. Για τον λόγο αυτό βρίσκω ατυχέστατη την δήλωσή του ότι δεν μπορεί να τραγουδά ο Νταλάρας το «πάγωσε η τσιμινιέρα» πμ﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽﷽λλιτεχνικρετά επικύαμιν συναυλ.χ., επειδή η γυναίκα του ψήφισε το μνημόνιο! Την ίδια στιγμή και ίδιος ο Λαζόπουλος έχει τραγουδήσει τραγούδια με τα οποία δεν έχει την παραμικρή σχέση. Γενικώς, θεωρώ αρκετά επικίνδυνο να εκφράζονται τέτοιοι αφορισμοί, ειδικά σε ότι έχει σχέση με την τέχνη και στο πως μπορεί ο καθένας να εκφράζεται μέσω αυτής.

Η υπεράσπιση του Νταλάρα από μέρους μου δεν σχετίζεται με την εκτίμηση που μπορεί να έχω στο πρόσωπό του (όχι και τόσο μεγάλη είναι η αλήθεια) ούτε στην καλλιτεχνική του αξία (αυτήν τη θεωρώ πολύ μεγάλη!), αλλά σχετίζεται με το γεγονός ότι δεν αποδέχομαι να αμαυρώνουν κάποιοι μια καλλιτεχνική εκδήλωση, την οποία παρακολουθούν χιλιάδες άνθρωποι και μάλιστα δωρεάν. Δε νομίζω ότι οι θεατές του Νταλάρα στις διάφορες συνοικίες ήταν οι προνομιούχοι της κοινωνίας μας, ούτε ότι κέρδισε κάτι το επαναστατικό κίνημα από την διακοπή των συναυλιών του Νταλάρα.
Αντιθέτως, στερήθηκαν κάποιοι την δυνατότητα να απολαύσουν τον αγαπημένο τους καλλιτέχνη και ταυτόχρονα τα φασιστοειδή απέκτησαν επιπλέον επιχειρήματα για να υπερασπιστούν την αντίθεσή τους στα διάφορα αντιδραστικά κινήματα και στις δράσεις των πολιτών.

Είμαι εναντίον της βίας, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις που η χρήση της είναι περισσότερο δικαιολογημένη σε σχέση με άλλες. Οι συναυλίες του Νταλάρα δεν ανήκουν στην κατηγορία αυτή, όσα λογικοφανή επιχειρήματα και να διατυπωθούν.
Είναι απλά ένας εύκολος και αποτελεσματικός τρόπος προβολής συγκεκριμένων δράσεων συγκεκριμένων ομάδων.